χθιζά

χθιζά
Α.επίρρ. χθες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. χθιζά, χθιζόν, χθιζός έχουν σχηματιστεί από το επίρρ. χθες, εμφανίζουν, όμως, τον δυσερμήνευτο φωνηεντισμό -ι- (για προσπάθειες ερμηνείας βλ. λ. χθες), ενώ προβλήματα γεννά και ο καθορισμός τών μεταξύ τους σχέσεων, καθώς και τού τρόπου σχηματισμού τους. Αν θεωρηθεί αρχικός ο τ. χθιζά, θα μπορούσε να αναχθεί σε τ. *χθεσ-δα / *χθισ-δα με επιρρμ. κατάλ. -δα (πρβλ. κρύβ-δα), ενώ οι τ. χθιζόν, χθιζός θα αποτελούσαν υστερογενείς σχηματισμούς. Η αναγωγή τού τ. σε *χθεσ-δjα / χθισ-δja και η σύνδεση τού β' συνθετικού -δja με το αρχ. ινδ. a-dya «σήμερα» δεν θεωρείται ιδιαίτερα πιθανή. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί η περίπτωση ότι αρχικός τ. είναι το επίθ. χθιζός (από το οποίο προήλθαν τα επιρρ. χθιζά, χθιζόν). Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν θα ήταν δυνατόν να διατυπωθεί κάποια υπόθεση για τον τρόπο σχηματισμού τών λ.].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • χθιζά — χθιζός of yesterday neut nom/voc/acc pl χθιζά̱ , χθιζός of yesterday fem nom/voc/acc dual χθιζά̱ , χθιζός of yesterday fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθιζάν — χθιζά̱ν , χθιζός of yesterday fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθιζάς — χθιζά̱ς , χθιζός of yesterday fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθιζός — και χθισδός, ή, όν, Α 1. χθεσινός («ἦλθε ποτε χθιζῆς μέθης ἀποπνέων», Πλούτ.) 2. (το ουδ. στον εν. και στον πληθ. χωρίς άρθρ. ως επίρρ.) χθιζόν και χθιζά χθες. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. χθιζά] …   Dictionary of Greek

  • πρωϊζός — όν, ΜΑ, και αττ. τ. πρῳζός, όν, Α προχθεσινός αρχ. (το ουδ. πληθ. ως επίρρ.) πρωϊζά α) προχθές β) πολύ νωρίς («οὕτω δὴ πρωϊζά κατέδραθες», Θεόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πρωϊζά με τη σημ. «προχθές» απαντά ήδη στον Όμηρο και είναι σχηματισμένος από το… …   Dictionary of Greek

  • χθες — χθές, ΝΜΑ, και χτες και εχθές και εχτές Ν, και ἐχθές ΜΑ επίρρ. την αμέσως προηγούμενη ημέρα, συνήθως σε αντιδιαστολή προς το σήμερα και το αύριο (α. «τελικά, έφυγε χθες» β. «κατέβην χθὲς εἰς Πειραιᾱ», Πλάτ.) νεοελλ. 1. συνεκδ. στο κοντινό… …   Dictionary of Greek

  • ĝhði̯es (zero-grade ĝhðis?), reduced to ĝhðes, ĝhi̯es, ĝhes —     ĝhði̯es (zero grade ĝhðis?), reduced to ĝhðes, ĝhi̯es, ĝhes     English meaning: yesterday     Deutsche Übersetzung: “gestern”     Material: O.Ind. hyáḥ “ yesterday “ (ghi̯és), hyastana ḥ “gestrig”, Av. zyō, O.Pers. diya(ka), pers.… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”